ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 06 Ιουλίου 1972, μπαίνει σε κυκλοφορία η πρώτη γενιά της σειράςΒ1000 υπολογιστών της BurroughsB1700. Μία ξεχωριστή περίπτωση υπολογιστών γραφείου, ικανών να προσομοιώνουν όλα τα μηχανήματα της εποχής τους.
Το πάνελ ελέγχου του Β1700
Ο Β1700 υπήρξε το πρώτο μοντέλο της σειράς Β1000 υπολογιστών γραφείου της Burroughs, που κυκλοφόρησε τη δεκαετία του ’70 σε τρεις διαδοχικές γενιές: Β1700, Β1800 και Β1900, με την υποστήριξή τους σε λογισμικό να επεκτείνεται και ως τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Ο Β1700 ήταν το αποτέλεσμα του ερευνητικού πρότζεκτ της Burroughs, με το κωδικό όνομα PLP (Proper Language Processor ή Program Language Processor), με στόχο την προσομοίωση λειτουργίας κάθε βασικού υπολογιστικού συστήματος της εποχής – σε συνδυασμό με την αντίστοιχη γλώσσα προγραμματισμού.
Η υλοποίηση του PLP βασίζεται στο συνδυασμό εγγράψιμης μνήµης ελέγχου στην κεντρική μονάδα επεξεργασίας και του λειτουργικού συστήματοςBurroughs MCP (Master Control Program). Το γεγονός ότι η μνήμη ελέγχου, όπου αποθηκεύεται ο μικροκώδικας του επεξεργαστή, ήταν εγγράψιμη, έδινε τη δυνατότητα στο σύστημα να προσομοιώνει άλλες μηχανές (virtual machines). Το MCP από την πλευρά του οργάνωνε την εργασία σε πολλαπλούς interpreters που απαιτούνταν για τη λειτουργία των virtual machines, σε διάφορες γλώσσες, όπως FORTRAN, COBOL κ.λπ. Η τεχνική αυτή καθιστούσε τη σειρά Β1000 μία ευέλικτη πρόταση για πολλές μορφές επαγγελματικού περιβάλλοντος.
Κατασκευαστικά, ο Β1700, ήταν ένας τυπικός 16μπιτοςυπολογιστής της αρχιτεκτονικής TTL (Transistor-Transistor Logic) με 24μπιτη δίοδο δεδομένων (data path). Tα ολοκληρωμένα κυκλώματα του επεξεργαστή του Β1700 ήταν κατηγορίας MSI (Middle Scale Integration) και χρονιζόταν στα 2 MHz. Η μονάδα επεξεργασίας είχε μέγεθος αντίστοιχο ενός ψυγείου, ζύγιζε περίπου 400 κιλά και μπορούσε να διαχειριστεί έως και 2 MB μνήμης. Περιλάμβανε μόνο το κεντρικό πάνελ διαχείρισης κι ένα κασετόφωνο, μέσω του οποίου φορτώνονταν το λειτουργικό σύστημα και οι ρουτίνες ελέγχου λειτουργίας. Από εκεί και πέρα, το σύστημα μπορούσε να «οδηγήσει» από πέντε έως οκτώ συσκευές εισόδου/εξόδου. Αυτές περιλάμβαναν μαγνητικές ταινίες και μονάδες δίσκου, τηλέτυπα και συσκευές ανάγνωσης διάτρητων καρτών, καθώς και εκτυπωτές. Ήταν ο μόνος της σειράς Β1000 που κυκλοφόρησε με έναν επεξεργαστή, καθώς οι Β1800 και Β1900που τον ακολούθησαν μπορούσαν να εξοπλιστούν με δύο έως και τέσσερις (Β1955, Β1965) επεξεργαστές. Με τις τρεις αυτές γενιές, η σειρά Β1000 συνέχισε να εξελίσσεται έως και το 1980.
We use cookies on our website to give you the most relevant experience by remembering your preferences and repeat visits. By clicking “Accept”, you consent to the use of ALL the cookies.
This website uses cookies to improve your experience while you navigate through the website. Out of these, the cookies that are categorized as necessary are stored on your browser as they are essential for the working of basic functionalities of the website. We also use third-party cookies that help us analyze and understand how you use this website. These cookies will be stored in your browser only with your consent. You also have the option to opt-out of these cookies. But opting out of some of these cookies may affect your browsing experience.
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.
Αφήστε μια απάντηση