10/ 12/ 1993 | DOOM
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 10 Δεκεμβρίου 1993, κυκλοφορεί ένας τίτλος-σταθμός στην ιστορία των video games. Το Doom της id Software δεν είναι απλώς το παιχνίδι που καθόρισε τον τύπο των First Person Shooters (FPS), αλλά δημιούργησε μία νέα αισθητική και gaming υποκουλτούρα, η οποία έγινε αντικείμενο μεγάλης συζήτησης.
To Doom αποτέλεσε την ωρίμανση του Wolfenstein 3D, του πρώτου FPS της id Software που κυκλοφόρησε το 1992, τόσο από τεχνολογικής πλευράς όσο και ως προς το gameplay. Αν και η απεικόνιση είναι ψευδοτρισδιάτατη, υπήρξε η βάση για όλα τα FPS την 3D εποχής. Το ίδιο όμως και τα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού, όπως τα power ups, τα όπλα, τα κλειδιά κ.λπ. που βρίσκονται διάσπαρτα στις δαιδαλώδεις πίστες. Σε σχέση με το πιο πρωτόγονο Wolfenstein 3D, το Doom έδινε περισσότερο βάση στη γρήγορη δράση και τους πυροβολισμούς, κάνοντας ένα βήμα πιο πέρα τον χαρακτήρα arcade στον οποίο βασιζόταν.
Η μηχανή του Doom (Doom Engine) σχεδιάστηκε πριν την έλευση των 3D καρτών γραφικών, ήταν δισδιάστατη και προσομοίωνε την ψευδαίσθηση της προοπτικής του χώρου από τα μάτια του παίκτη-κεντρικού ήρωα. Σχεδιάστηκε από τον Τζον Ρομέρο σε έναν υπολογιστή NeXT και εν συνεχεία μεταφέρθηκε σε DOS, στο λειτουργικό σύστημα για το οποίο κυκλοφόρησε και ο επίσημος τίτλος το 1993. Αποτελεί δε την πρώτη από μία σειρά μηχανών FPS, που θα κάνουν την id Software συνώνυμο με το είδος αυτό παιχνιδιών. Το 1997 ο κώδικας της Doom Engine άνοιξε στο κοινό, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν ανεπίσημα ports σε άλλες πλατφόρμες. Με αυτόν τον τρόπο επίσης, το Doom έγινε ο πρώτος τίτλος με δυνατότητα να δεχτεί δεκάδες modifications αλλά και να κατασκευαστούν νέα παιχνίδια με χρήση της μηχανής του. Με βάση τη μηχανή του Doom, κυκλοφόρησαν τα επόμενα χρόνια κι άλλοι εμπορικοί τίτλοι, όπως τα Heretic, Hexen και Strife.
Τέλος, το Doom εισήγαγε και τους πρώτους βασικούς τύπους multiplayer game μέσω δικτύου σε δύο μορφές: συνεργατικού (cooperative) και ανταγωνιστικού (deathmatch), μεταξύ έως και τεσσάρων συνολικά παικτών.
Πέρα όμως από τα τεχνικά χαρακτηριστικά του Doom, το παιχνίδι αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη μίας ολόκληρηςgaming υποκουλτούρας. H ωμή βία του, τα δεκάδες τέρατα (και κάποιες δαιμονικές φιγούρες) και η γρήγορη δράση αποτέλεσαν αντικείμενο συζήτησης και έντονης κριτικής για τη μορφή που έπαιρναν τα video games. Το Doom και το είδος το στερεότυπο του παίκτη που χάνεται με τις ώρες σε έναν εικονικό κόσμο αιματοβαμένης βίας και πυροβολισμών, έγινε επίκεντρο αναλύσεων, προβληματισμού, ακόμη και καρικατούρα σε ταινίες του κινηματογράφου και της τηλεόρασης.
Το Doomέκανε τεράστια εμπορική επιτυχία, με πωλήσεις που ξεπέρασαν τα 10 εκατ. ως το 1996, οπότε και κυκλοφόρησε το τελευταίο μέρος της σειράς (Doom 1993, Doom II 1995, Final Doom1996). Τα ports του παιχνιδιού, περιλαμβάνουν πολυάριθμες πλατφόρες υπολογιστών και παιχνιδομηχανών και συγκεκριμένα: Windows, Linux, 3DO, SNES, Jaguar, GBA και Sega 32x. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και μία πενταετία μετά την κυκλοφορία του, κάθε FPS τίτλος που εμφανιζόταν στην αγορά χαρακτηριζόταν ως Doom-clone. Έκανε επίσης διάσημο το δίδυμο Τζον Κάρμακ(προγραμματιστής)-Τζον Ρομέρο (σχεδιαστής), των οποίων τα ονόματα συνδέθηκαν άρρηκτα, είτε μαζί, είτε ξεχωριστά, με την ιστορία των First Person Shooters.
Αφήστε μια απάντηση